Ἀντιλόχου

Ἀντιλόχου
Ἀντίλοχος
masc gen sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • Λαόδοκος — I Όνομα μυθολογικών προσώπων. 1. Ήρωας της Αργοναυτικής εκστρατείας, γιος του Βία από το Άργος. 2. Ένας από τους Κουρήτες, γιος του Απόλλωνα και της Φθίας. Όταν ο Αιτωλός σκότωσε τον γιο του Ιάσονα Άπιο, ο Λ. του έδωσε άσυλο. Ο Αιτωλός όμως τον… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”